Το "Αντάρτικο" της γόπας.....
Ένα ενδιαφέρον άρθρο από την "Ελευθεροτυπία", με αφορμή την πρόσφατη απαγόρευση του Καπνίσματος. Επειδή τυγχάνω καπνιστής, το ζήτημα με απασχολεί ιδιαίτερα !! Το συγκεκριμένο άρθρο με βρίσκει κατά 90% σύμφωνο και το αναδημοσιεύω....
Το "Αντάρτικο" της γόπας..... " Αν δεν επιτρέπεται το τσιγάρο στον παράδεισο, εγώ δεν πάω!" είχε πει ο Μαρκ Τουέιν. Προσωπικά δεν ξέρω για τον παράδεισο, πέφτει μακριά και αναμοχλεύει δυσεπίλυτα υπαρξιακά προβλήματα η συζήτηση· πάντως, απ' τα μπαράκια, τους χώρους εργασίας και τις δημόσιες υπηρεσίες οι καπνιστές είναι εξορισμένοι. Το πολύ πολύ να πάνε μέχρι τον ψυχαναλυτή, που θα τους συστήσει να το κόψουν γιατί υποδηλώνει καθήλωση στο στοματικό στάδιο και ανεπαρκή θηλασμό. Και αφού ρίξουν έναν καβγά με τη μητέρα τους, που ματαίως θα προσπαθεί να τους πείσει ότι εκπλήρωσε στο έπακρο τα μητρικά της καθήκοντα ως προς το θηλασμό, θα πάνε να ξεχαρμανιάσουν κάτω από ένα δέντρο. |
Η Κατάσταση στην Ελλάδα
Στην Ελλάδα του ΔΝΤ, βλέπεις, εκτός από μισθούς και συντάξεις, κόβουν και το τσιγάρο. Η κυβέρνηση, πέρα από τη δημοσιονομική εξυγίανση, φαίνεται αποφασισμένη να πετύχει τη γενικότερη εξυγίανση του πληθυσμού με εξίσου αμφισβητούμενες προθέσεις και αποτελέσματα. Η αντικαπνιστική εκστρατεία, η οποία διαφέρει από την α- ντικαπνιστική υστερία κατά ένα ουσιαστικό, είναι εδώ. Εγκαινιάστηκε με πολιτικές απαγόρευσης των διαφημίσεων, με δυσφημίσεις επί των πωλούμενων προϊόντων, όπως το νεκρολαγνικής εμπνεύσεως «οι καπνιστές πεθαίνουν πρόωρα», με εξοντωτικές αυξήσεις στη φορολογία του καπνού. Για το καλό της υγείας μας, πάντα. Αλλες αυξήσεις, που επίσης θα προκαλούσαν καλό στην υγεία μας, όπως στους μισθούς, στον ελεύθερο χρόνο, στους χώρους πρασίνου κ.λπ., δεν προτάθηκαν από τα κυβερνητικά επιτελεία.
Κάπως έτσι φτάσαμε στην πρόσφατη νομοθεσία περί καθολικής απαγόρευσης του καπνίσματος στους κλειστούς δημόσιους χώρους, που εξωθεί τους καπνιστές στο πεζοδρόμιο ή στην καταβολή προστίμων ύψους έως και 500 ευρώ· αν δεν σωθεί η υγεία μας, τουλάχιστον να σωθούν τα δημόσια ταμεία. Ας ελπίσουμε ότι θα είναι η τελευταία πράξη αυτού του έργου και ότι η φαντασία του υπουργείου Υγείας δεν επιφυλάσσει στους καπνιστές υποχρεωτικό τζόγκινγκ ή βόλτες με κανό στην επόμενη στροφή.
Βέβαια κι αυτό το φρούτο δεν φέρει ελληνική σφραγίδα· εισαγόμενο είναι και, μάλιστα, με καθυστέρηση. Ξεκίνησε πιλοτικά στο μεγάλο εργαστήρι των ΗΠΑ πριν από δύο δεκαετίες, για να καταλήξει στο μπαράκι της γειτονιάς μας. Η αρχή έγινε με τα εστιατόρια και τις υπηρεσίες και κορυφώθηκε στην προ ολίγων ημερών απόφαση του δημάρχου της Νέας Υόρκης για επέκταση της απαγόρευσης σε πάρκα και παραλίες. Ενώ στην οριακή της έκφανση, αυτή η διαδικασία φτάνει μέχρι και στην ύπαρξη πολυκατοικιών αποκλειστικά για μη καπνίζοντες, με 50 εταιρείες δημόσιας στέγασης να απαγορεύουν το τσιγάρο στα κτήρια που διαχειρίζονται. Φαίνεται, όμως, ότι οι προσπάθειες δεν αποδίδουν τα προσδοκώμενα, αφού -παρά την αρχική μείωση- από το 2004 και έκτοτε ο αριθμός των καπνιστών στις ΗΠΑ παραμένει σταθερά κολλημένος στο 21%.
Κάπως έτσι φτάσαμε στην πρόσφατη νομοθεσία περί καθολικής απαγόρευσης του καπνίσματος στους κλειστούς δημόσιους χώρους, που εξωθεί τους καπνιστές στο πεζοδρόμιο ή στην καταβολή προστίμων ύψους έως και 500 ευρώ· αν δεν σωθεί η υγεία μας, τουλάχιστον να σωθούν τα δημόσια ταμεία. Ας ελπίσουμε ότι θα είναι η τελευταία πράξη αυτού του έργου και ότι η φαντασία του υπουργείου Υγείας δεν επιφυλάσσει στους καπνιστές υποχρεωτικό τζόγκινγκ ή βόλτες με κανό στην επόμενη στροφή.
Βέβαια κι αυτό το φρούτο δεν φέρει ελληνική σφραγίδα· εισαγόμενο είναι και, μάλιστα, με καθυστέρηση. Ξεκίνησε πιλοτικά στο μεγάλο εργαστήρι των ΗΠΑ πριν από δύο δεκαετίες, για να καταλήξει στο μπαράκι της γειτονιάς μας. Η αρχή έγινε με τα εστιατόρια και τις υπηρεσίες και κορυφώθηκε στην προ ολίγων ημερών απόφαση του δημάρχου της Νέας Υόρκης για επέκταση της απαγόρευσης σε πάρκα και παραλίες. Ενώ στην οριακή της έκφανση, αυτή η διαδικασία φτάνει μέχρι και στην ύπαρξη πολυκατοικιών αποκλειστικά για μη καπνίζοντες, με 50 εταιρείες δημόσιας στέγασης να απαγορεύουν το τσιγάρο στα κτήρια που διαχειρίζονται. Φαίνεται, όμως, ότι οι προσπάθειες δεν αποδίδουν τα προσδοκώμενα, αφού -παρά την αρχική μείωση- από το 2004 και έκτοτε ο αριθμός των καπνιστών στις ΗΠΑ παραμένει σταθερά κολλημένος στο 21%.
Το τελευταίο μου τσιγάρο
Οι ΗΠΑ έχουν παράδοση στις ακρότητες κατά του καπνίσματος, αρχής γενομένης από τον Φραγκλίνο Ρούσβελτ, που επί προεδρίας του απέρριψε την τελευταία επιθυμία ενός μελλοθανάτου να καπνίσει ένα τσιγάρο, με το επιχείρημα ότι ο θάλαμος εκτε- λέσεων αποτελεί χώρο μη καπνιζόντων. Επρεπε να προστατευτεί η υγεία του μελλοθανάτου! Σταδιακά, η καμπάνια πέρασε και στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, με μία προς μία τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης να θεσπίζουν αντικαπνιστικές νομοθεσίες σε ηπιότερες ή αυστηρότερες εκδοχές. Θύμα του παροξυσμού υπήρξε και ο γάλλος φιλόσοφος Ζαν Πολ Σαρτρ, του οποίου το τσιγάρο εξαφανίστηκε από την αφίσα που κοσμούσε την εθνική βιβλιοθήκη της Γαλλίας. Ούτε και η φωτογραφία του φουμαδόρου Αντρέ Μαλρό τη γλίτωσε!
Η καταδίωξη των καπνιστών δεν είναι πρωτόγνωρη εμπειρία. Εκδηλώθηκε σε αρκετές καμπές της ιστορίας, όπως στη ναζιστική Γερμανία. Εκεί χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά ο όρος του «παθητικού καπνιστή», ενώ το 1939 ιδρύθηκε Γραφείο για τους κινδύνους από το κάπνισμα και λίγο αργότερα απαγορεύτηκε το κάπνισμα στους αξιωματικούς των SS και τους αστυνομικούς εν ώρα υπηρεσίας. Ο ίδιος ο Χίτλερ, μάλιστα, που στα νιάτα του υπήρξε μανιώδης καπνιστής, στη συνέχεια το έκοψε. Εδραιώθηκε η αντίληψη ότι το κάπνισμα συνιστούσε μια βλαβερή συνήθεια που εισήγαγαν (ποιοι άλλοι;) οι Εβραίοι και δεν συνέβαλλε στη σωστή αναπαραγωγή της αρίας φυλής.
Τα τελευταία χρόνια, όμως, η αντικαπνιστική μανία επανήλθε και κορυφώθηκε, με εργαλείο αντικειμενικά επιστημονικά δεδομένα που αποδεικνύουν τη συσχέτιση μεταξύ ενεργητικού καπνίσματος και διαφόρων ασθενειών, όπως ο καρκίνος του πνεύμονα και η στεφανιαία νόσος. Αυτό, όμως, από μόνο του δεν αρκεί να εξηγήσει το όψιμο ενδιαφέρον των κυβερνήσεων για την υγεία των πολιτών και μάλλον βρίσκεται σε αντίφαση με την κατάρρευση του κράτους πρόνοιας ως κατ' εξοχήν εγγυητή της δημόσιας υγείας.
Η καταδίωξη των καπνιστών δεν είναι πρωτόγνωρη εμπειρία. Εκδηλώθηκε σε αρκετές καμπές της ιστορίας, όπως στη ναζιστική Γερμανία. Εκεί χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά ο όρος του «παθητικού καπνιστή», ενώ το 1939 ιδρύθηκε Γραφείο για τους κινδύνους από το κάπνισμα και λίγο αργότερα απαγορεύτηκε το κάπνισμα στους αξιωματικούς των SS και τους αστυνομικούς εν ώρα υπηρεσίας. Ο ίδιος ο Χίτλερ, μάλιστα, που στα νιάτα του υπήρξε μανιώδης καπνιστής, στη συνέχεια το έκοψε. Εδραιώθηκε η αντίληψη ότι το κάπνισμα συνιστούσε μια βλαβερή συνήθεια που εισήγαγαν (ποιοι άλλοι;) οι Εβραίοι και δεν συνέβαλλε στη σωστή αναπαραγωγή της αρίας φυλής.
Τα τελευταία χρόνια, όμως, η αντικαπνιστική μανία επανήλθε και κορυφώθηκε, με εργαλείο αντικειμενικά επιστημονικά δεδομένα που αποδεικνύουν τη συσχέτιση μεταξύ ενεργητικού καπνίσματος και διαφόρων ασθενειών, όπως ο καρκίνος του πνεύμονα και η στεφανιαία νόσος. Αυτό, όμως, από μόνο του δεν αρκεί να εξηγήσει το όψιμο ενδιαφέρον των κυβερνήσεων για την υγεία των πολιτών και μάλλον βρίσκεται σε αντίφαση με την κατάρρευση του κράτους πρόνοιας ως κατ' εξοχήν εγγυητή της δημόσιας υγείας.
Για τα λεφτά τα κάνεις όλα!
Η αγνότητα των προθέσεων τελειώνει εκεί που ξεκινά η κουβέντα όχι για το ανθρώπινο ή κοινωνικό κόστος, αλλά για το οικονομικό. Οι συνέπειες του καπνίσματος είναι αρκετά ακριβές για τις ασφαλιστικές εταιρείες και το Εθνικό Σύστημα Υγείας. Για την Ελλάδα, συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα στοιχεία της Ελληνικής Αντικαρκινικής Εταιρείας, το κόστος νοσηλείας για ασθένειες που αποδίδονται στο τσιγάρο ανέρχεται στα 2 δισ. ετησίως. Την ίδια στιγμή που κάποιοι επιθυμούν να απαλλαγούν από ένα τέτοιο βάρος, κάποιοι άλλοι προσβλέπουν στην αύξηση των κερδών τους. Οι φαρμακοβιομη- χανίες, η δεύτερη μεγαλύτερη βιομηχανία στον κόσμο μετά τις βιομηχανίες όπλων, είναι βασικός χρηματοδότης των αντικαπνιστικών εκστρατειών, εκτιμώντας ότι η μείωση του τσιγάρου συνεπάγεται αύξηση της κατανάλωσης των σκευασμάτων υποκατάστατων της νικοτίνης. Είναι χαρακτηριστικό ότι η Pfizer, όταν ξεκίνησε η καπνοαπαγόρευση στη Γαλλία το 2007, προέβλεπε ότι τα κέρδη της θα αυξάνονταν έως και 50%.
Σε κέρδη από τη διακοπή του καπνίσματος και σε καλύτερη οργάνωση της εργασίας προσβλέπουν και οι μεγάλες επιχειρήσεις. Η γαλλική εταιρεία Total δαπάνησε 200.000 ευρώ για την αντικαπνιστική εκστρατεία πριν από μερικά χρόνια και πέτυχε να κόψουν το τσιγάρο 300 από τους 1.300 εργαζόμενους καπνιστές της. Υπολογίζει, πλέον, ότι έχει αποσβέσει και με το παραπάνω αυτό το ποσό, κερδίζοντας 780.000 ευρώ από τις λιγότερες παύσεις εργασίας ή άδειες ασθενειών που σχετίζονταν με το κάπνισμα. Το περιοδικό «Capital» σε παλιότερη έρευνά του υπολόγισε ότι 10 λεπτά διάλειμμα την ημέρα για τσιγάρο μεταφράζονται σε 15 μέρες πληρωμένης άδειας. Παρέλειψε, βέβαια, να υπολογίσει σε τι ποσοστό θα αυξήσει η έλλειψη αυτού του δεκάλεπτου διαλείμματος τις δαπάνες για την ψυχολογική υποστήριξη των εργαζομένων.
Ο ηθικός πανικός που διοχετεύεται στη δημόσια σφαίρα για το κάπνισμα έχει ευρύτερες κοινωνιοψυχολογικές διαστάσεις. Στον πυρήνα του υπάρχει η προσπάθεια για απαγόρευση των απολαύσεων και πειθάρχηση των επιθυμιών. «Η απαγόρευση του καπνίσματος δεν αποτελεί απλώς πρόνοια για την υγεία, αλλά και μορφή εμπέδωσης σχέσεων εξουσίας, εθίζει στη δυνατότητα επέκτασης κατασταλτικών μέτρων και εξοικειώνει με συνθήκη μειωμένων ελευθεριών. Οι στατιστικές της υγείας και της θνησιμότητας δείχνουν ότι το κοινωνικο-οικονομικό στρες και η όξυνση των κοινωνικών ανισοτήτων αποτελούν βασικούς επιβαρυντικούς παράγοντες. Είναι επομένως πιθανό το μνημόνιο να στοιχίσει πολύ περισσότερο σε ζωές απ' αυτές που θα σώσει η απα- γόρευση του καπνίσματος» μας λέει ο Παναγιώτης Σωτήρης, διδάσκων Κοινωνικής και Πολιτικής Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο του Αιγαίου.
Από κει και πέρα, το γεγονός ότι το κάπνισμα συνιστά μια επιβαρυντική για την υγεία συνήθεια είναι προφανές. Προφανές επίσης είναι το δικαίωμα των αντικαπνιστών να μην εισπνέουν τον καπνό των άλλων και να έχουν ισότιμη πρόσβαση στους δημόσιους χώρους. Εξίσου προφανές, όμως, θα έπρεπε να είναι το δικαίωμα των ανθρώπων να διαχειρίζονται οι ίδιοι τα ζητήματα που αφορούν τη ζωή και την υγεία τους χωρίς να τους ασκείται δικτατορία στο γούστο, τις συνήθειες και τους φόβους τους. Αν σήμερα διώκονται οι καπνιστές, αύριο θα ακολουθήσουν οι παχύσαρκοι, όσοι διάγουν καθιστική ζωή ή κάνουν πολύ σεξ. Εν τέλει, αυτή η προπαγάνδα για την υγεία καταλήγει να είναι εντελώς ανθυγιεινή.
Ο ηθικός πανικός που διοχετεύεται στη δημόσια σφαίρα για το κάπνισμα έχει ευρύτερες κοινωνιοψυχολογικές διαστάσεις. Στον πυρήνα του υπάρχει η προσπάθεια για απαγόρευση των απολαύσεων και πειθάρχηση των επιθυμιών. «Η απαγόρευση του καπνίσματος δεν αποτελεί απλώς πρόνοια για την υγεία, αλλά και μορφή εμπέδωσης σχέσεων εξουσίας, εθίζει στη δυνατότητα επέκτασης κατασταλτικών μέτρων και εξοικειώνει με συνθήκη μειωμένων ελευθεριών. Οι στατιστικές της υγείας και της θνησιμότητας δείχνουν ότι το κοινωνικο-οικονομικό στρες και η όξυνση των κοινωνικών ανισοτήτων αποτελούν βασικούς επιβαρυντικούς παράγοντες. Είναι επομένως πιθανό το μνημόνιο να στοιχίσει πολύ περισσότερο σε ζωές απ' αυτές που θα σώσει η απα- γόρευση του καπνίσματος» μας λέει ο Παναγιώτης Σωτήρης, διδάσκων Κοινωνικής και Πολιτικής Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο του Αιγαίου.
Από κει και πέρα, το γεγονός ότι το κάπνισμα συνιστά μια επιβαρυντική για την υγεία συνήθεια είναι προφανές. Προφανές επίσης είναι το δικαίωμα των αντικαπνιστών να μην εισπνέουν τον καπνό των άλλων και να έχουν ισότιμη πρόσβαση στους δημόσιους χώρους. Εξίσου προφανές, όμως, θα έπρεπε να είναι το δικαίωμα των ανθρώπων να διαχειρίζονται οι ίδιοι τα ζητήματα που αφορούν τη ζωή και την υγεία τους χωρίς να τους ασκείται δικτατορία στο γούστο, τις συνήθειες και τους φόβους τους. Αν σήμερα διώκονται οι καπνιστές, αύριο θα ακολουθήσουν οι παχύσαρκοι, όσοι διάγουν καθιστική ζωή ή κάνουν πολύ σεξ. Εν τέλει, αυτή η προπαγάνδα για την υγεία καταλήγει να είναι εντελώς ανθυγιεινή.
«Φωτιά» όπου δεν υπάρχει καπνός!
Το επίσημο «σβήσιμο» του τσιγάρου κήρυξε την 1η Σεπτεμβρίου η τότε υπουργός Υγείας Μαριλίζα Ξενογιαννακοπούλου. Ετσι, από την προεκλογική δήλωση του Γιώργου Παπανδρέου για «τη γλάστρα με τη φούντα στο μπαλκόνι μας», περάσαμε στη μετεκλογική προσθήκη ακόμα μιας ουσίας στον κατάλογο των απαγορεύσεων. Και μάλλον αυτή η αναντιστοιχία είναι η μικρότερη που θα μπορούσε να επισημάνει κανείς στο κυβερνών κόμμα. Για το κυνήγι των καπνιστών επιστραθεύτηκαν 9.500 ελεγκτές, περισσότεροι ίσως από όσους έχουν επιστρατευθεί για το κυνήγι των φοροφυγάδων. Μοναδική εξαίρεση στον κανόνα της καθολικής απαγόρευσης αποτελούν τα κέντρα με ζωντανή μουσική άνω των 300 τ.μ. και τα καζίνα - διότι το τσιγάρο πολλοί εμίσησαν, τον τζόγο ουδείς.
Επειδή κάθε νομοθεσία πρέπει να έχει και μια εισπρακτική πτυχή, οι παραβάτες καπνιστές θα τιμωρούνται με πρόστιμα από 50 έως 500 ευρώ, ενώ οι καταστηματάρχες από 500 έως 10.000 ευρώ. Στην πέμπτη υποτροπή, ο νόμος προβλέπει ότι θα ανακαλείται οριστικά η άδεια λειτουργίας του μαγαζιού, διευκολύνοντας τους επιχειρηματίες απ' το να τα κλείσουν μόνοι τους εξαιτίας της ύφεσης. Παράλληλα, το υπουργείο έδωσε στη δημοσιότητα την τηλεφωνική γραμμή 1142 για τις ανάγκες των πολιτών. Μέχρι τα τέλη Σεπτεμβρίου είχε δεχτεί 91.368 κλήσεις, που στη συντριπτική τους πλειονότητα αφορούσαν διευκρινιστικά ως προς τη νομοθεσία ερωτήματα. Μόλις οι 1.051 απ' αυτούς πήραν για να καταγγείλουν τους συναδέλφους τους που κάπνιζαν κρυφά στην τουαλέτα.
Οπως συνέβη, όμως, και με τα υπόλοιπα μέτρα που θέσπισε η κυβέρνηση, ούτε αυτό φαίνεται να έχει αποσπάσει την κοινωνική συναίνεση. Αυτό τουλάχιστον προκύπτει από έρευνα της MRB για λογαριασμό της Ενωσης Επαγγελματιών Καπνοπωλών, σύμφωνα με την οποία το 73% των μη καπνιστών συμφωνεί με το διαχωρισμό των μαγαζιών σε καπνιζόντων και μη, ένας στους τρεις καπνιστές δηλώνει ότι θα βγαίνει λιγότερο αν απαγορευτεί πλήρως το κάπνισμα και μόλις το 4,7% των καπνιστών αναφέρει ότι θα σταματούσε το τσιγάρο λόγω της απαγόρευσης.
Το Συντονιστικό των Επαγγελματιών
Οι πιο σφοδρές αντιδράσεις, όμως, προέρχονται από τον κλάδο των επαγγελματιών εστίασης και ψυχαγωγίας. Οι ίδιοι θεωρούν το μέτρο ως χαριστική βολή σε μια αγορά που ασφυκτιά και επικαλούνται τη διεθνή εμπειρία της απαγόρευσης που οδήγησε σε μείωση του κύκλου εργασιών κατά 20% και σε αρκετά λουκέτα. Εχουν συγκροτήσει το Συντονιστικό των Επαγγελματιών καφέ-μπαρ και διαμηνύουν σε όλους τους τόνους ότι δεν θα παίξουν το ρόλο του χωροφύλακα στους πελάτες τους. Στα 350 μαγαζιά που ήδη αριθμεί το Συντονιστικό, τα τασάκια δεν έχουν μαζευτεί απ' τα τραπέζια και εκχωρείται στους πελάτες το δικαίωμα να επιλέξουν τη στάση τους.
Εχουν προσφύγει ήδη νομικά εναντίον του μέτρου, καθώς αυτό γεννά συνθήκες αθέμιτου ανταγωνισμού για καταστήματα που διαθέτουν ανοιχτούς χώρους, συνιστά αυθαίρετη διάκριση εις βάρος των καπνιστών και στερεί από τους ιδιοκτήτες τη δυνατότητα να καθορίσουν οι ίδιοι τη φυσιογνωμία των χώρων τους. Ζητούν από τα πολιτικά κόμματα να τοποθετηθούν για το ζήτημα και προαναγγέλλουν πιο δυναμικές αντιδράσεις, όπως η μη καταβολή του ΦΠΑ ή το συμβολικό κλείσιμο των μαγαζιών τους.
Ο Δημήτρης Αρβανίτης, μέλος του Συντονιστικού και του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθήνας, περιγράφει με μελανά χρώματα την κατάσταση που επι- κρατεί στον κλάδο: «Σε καταστήματα που δεν διαθέτουν εξωτερικούς χώρους και εφαρμόζουν το μέτρο, η πτώση του τζίρου φτάνει το 70%. Και φανταστείτε ότι, αν ακόμα βοηθάει ο καιρός, το χειμώνα θα γίνει κόλαση. Εμείς δεν έχουμε άλλη λύση: ή θα αντιδράσουμε στο μέτρο ή θα κλείσουμε τα μαγαζιά μας από τώρα». Προκρίνει ως καταλληλότερο μέτρο «τη δυνατότητα διαχωρισμού των μαγαζιών σε καπνιστών και μη και τις αυξημένες προδιαγραφές εξαερισμού», υπενθυμίζοντας ότι «ο καπνός είναι νόμιμο προϊόν και η προσέλευση του κοινού στα καφέ προαιρετική».
Στο πλευρό τους συντάσσονται οι ίδιοι οι καπνιστές, οι οποίοι δεν καλοβλέπουν την ιδέα να ξεχειμωνιάσουν στα διόλου άνετα και στενά πεζοδρόμια της πόλης, αλλά και αρκετοί καλλιτέχνες και ακαδημαϊκοί που αναγνωρίζουν την κατασταλτική διάσταση των ρυθμίσεων.
Ενας απ'αυτούς, ο Σταμάτης Κραουνάκης, μιλώντας στο «ΕΨΙΛΟΝ» συστήνει «μαζική ανυπακοή στους καπνιστές και στα μαγαζιά. Δε θα μας κόψουν τα πάντα» και μας αφιερώνει ένα τραγουδάκι:
«Τσιγάρα και δρόμοι καπνίζουν ακόμη, τρελοί τροχονόμοι μιας ψεύτρας ζωής. Πικρά τα φιλιά μας, οι κρίκοι γουλιά μας, γερνάνε οι νόμοι, γερνάμε κι εμείς. Εδώ καπνίζουμε κι είναι παράνομο, κι όλο ελπίζουμε να μη μας πιάσουν. Είσαι συνήθεια, είσαι τσιγάρο μου, κι ας φάω πρόστιμα, κι ας με δικάσουν».
Εχουν προσφύγει ήδη νομικά εναντίον του μέτρου, καθώς αυτό γεννά συνθήκες αθέμιτου ανταγωνισμού για καταστήματα που διαθέτουν ανοιχτούς χώρους, συνιστά αυθαίρετη διάκριση εις βάρος των καπνιστών και στερεί από τους ιδιοκτήτες τη δυνατότητα να καθορίσουν οι ίδιοι τη φυσιογνωμία των χώρων τους. Ζητούν από τα πολιτικά κόμματα να τοποθετηθούν για το ζήτημα και προαναγγέλλουν πιο δυναμικές αντιδράσεις, όπως η μη καταβολή του ΦΠΑ ή το συμβολικό κλείσιμο των μαγαζιών τους.
Ο Δημήτρης Αρβανίτης, μέλος του Συντονιστικού και του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθήνας, περιγράφει με μελανά χρώματα την κατάσταση που επι- κρατεί στον κλάδο: «Σε καταστήματα που δεν διαθέτουν εξωτερικούς χώρους και εφαρμόζουν το μέτρο, η πτώση του τζίρου φτάνει το 70%. Και φανταστείτε ότι, αν ακόμα βοηθάει ο καιρός, το χειμώνα θα γίνει κόλαση. Εμείς δεν έχουμε άλλη λύση: ή θα αντιδράσουμε στο μέτρο ή θα κλείσουμε τα μαγαζιά μας από τώρα». Προκρίνει ως καταλληλότερο μέτρο «τη δυνατότητα διαχωρισμού των μαγαζιών σε καπνιστών και μη και τις αυξημένες προδιαγραφές εξαερισμού», υπενθυμίζοντας ότι «ο καπνός είναι νόμιμο προϊόν και η προσέλευση του κοινού στα καφέ προαιρετική».
Στο πλευρό τους συντάσσονται οι ίδιοι οι καπνιστές, οι οποίοι δεν καλοβλέπουν την ιδέα να ξεχειμωνιάσουν στα διόλου άνετα και στενά πεζοδρόμια της πόλης, αλλά και αρκετοί καλλιτέχνες και ακαδημαϊκοί που αναγνωρίζουν την κατασταλτική διάσταση των ρυθμίσεων.
Ενας απ'αυτούς, ο Σταμάτης Κραουνάκης, μιλώντας στο «ΕΨΙΛΟΝ» συστήνει «μαζική ανυπακοή στους καπνιστές και στα μαγαζιά. Δε θα μας κόψουν τα πάντα» και μας αφιερώνει ένα τραγουδάκι:
«Τσιγάρα και δρόμοι καπνίζουν ακόμη, τρελοί τροχονόμοι μιας ψεύτρας ζωής. Πικρά τα φιλιά μας, οι κρίκοι γουλιά μας, γερνάνε οι νόμοι, γερνάμε κι εμείς. Εδώ καπνίζουμε κι είναι παράνομο, κι όλο ελπίζουμε να μη μας πιάσουν. Είσαι συνήθεια, είσαι τσιγάρο μου, κι ας φάω πρόστιμα, κι ας με δικάσουν».